προσανέδραμον

προσανέδραμον
προσανατρέχω
run up to
aor ind act 3rd pl
προσανατρέχω
run up to
aor ind act 1st sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • προσανατρέχω — Α 1. τρέχω επί πλέον προς τα πάνω 2. κάνω μια ακόμη αναδρομή στο παρελθόν 2. μτφ. ακμάζω, πλουτίζω («ταχὺ προσανέδραμον ταῑς οὐσίαις», Διόδ. Σ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < προσ * + ἀνατρέχω «τρέχω προς τα πίσω, θυμάμαι τα περασμένα, βλαστάνω»] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”